τηλεπαιχνίδι

τηλεπαιχνίδι
το, Ν
1. παιχνίδι που παίζεται στα στούντιο τής τηλεόρασης και στο οποίο μπορούν να συμμετάσχουν μερικές φορές και θεατές
2. τηλεκατευθυνόμενο παιχνίδι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τηλ(ε)-* + παιχνίδι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”